Η ΕΛΣΤΑΤ διόρθωσε το ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων στο ΑΕΠ από το 15,3% που είχε εκτιμηθεί τον Μάρτιο στο 16% μετά την αναθεώρηση των στοιχείων για τη διαμόρφωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί για να βγάλει την Ελλάδα από την τελευταία θέση στην Ε.Ε. Η μεγάλη αύξηση των επενδύσεων με διψήφιο ποσοστό (10,2%) είναι το βασικό στοίχημα για την επόμενη χρονιά, ένα στοίχημα που δεν κερδήθηκε ούτε το 2025, καθώς η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για αύξηση 8,4% κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους «διορθώθηκε» στο προσχέδιο του 2026 στο +5,7%. Με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία του ΑΕΠ και των επενδύσεων, το «επενδυτικό κενό» για το 2024 διαμορφώνεται στις 5,65 ποσοστιαίες μονάδες, καθώς ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης φτάνει στο 21,69% για το 2024, με το αντίστοιχο ποσοστό της Ελλάδας να ανεβαίνει στο 16,04%.
Η πρόοδος είναι αργή τα τελευταία χρόνια και αναζητείται επιτάχυνση, όχι μόνο με την πλήρη αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και την υλοποίηση του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά και με τη μεγαλύτερη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα ή την υλοποίηση περισσότερων «διασυνοριακών συμφωνιών». Το στοίχημα είναι μεγάλο, καθώς από το ύψος των επενδύσεων θα εξαρτηθούν και τα περιθώρια για περαιτέρω αύξηση των μισθών, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα.
Τα επικαιροποιημένα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει πρόοδος τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, όμως είναι πολύ μικρή, ειδικά μετά το τέλος της πανδημίας. Το 2019, καταγράφηκε το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων 10ετιών, μόλις 10,97%. Από τότε μέχρι σήμερα, το ποσοστό έχει αυξηθεί κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, η αύξηση από το 2022 στο 2023 και από το 2023 στο 2024 ήταν πολύ μικρή, μόλις μερικών δεκαδικών μονάδων (από το 15,72% το 2022 φτάσαμε στο 15,88% το 2023 και στο 16,04% το 2024).
Για το 2026, το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι η αναλογία επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ θα φτάσει -σε ονομαστικούς όρους- στο 16,8%. Αυτό θα είναι και το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από το 2010. Δηλαδή, ακόμη και σήμερα, δεν έχουμε ανακτήσει τα προ κρίσης επίπεδα, ειδικά τα ευρωπαϊκού επιπέδου που καταγράφηκαν στις αρχές του αιώνα, λόγω των μεγάλων έργων που σχετίζονταν με τους Ολυμπιακούς Αγώνες (η Ελλάδα είχε φτάσει στο 25%-26% συμμετοχής).
Για να ανακτηθούν τα επίπεδα του 2010, θα πρέπει οι επενδύσεις να αυξηθούν το 2026 κατά τουλάχιστον 10% και να μη χαθεί ούτε ευρώ από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, που κλείνει τον κύκλο του μετά το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς. Το 50% της αύξησης υπολογίζεται ότι θα προέλθει από τις κατασκευές και το υπόλοιπο 50% από επενδύσεις σε εξοπλισμό. Ωστόσο, για να επιτευχθεί ο στόχος, θα απαιτηθεί σημαντική ώθηση και στις επενδύσεις σε κατοικίες, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες και για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, καθώς και μεγαλύτερη συνδρομή του ιδιωτικού τομέα ή ακόμη και διασυνοριακές συμφωνίες.
Η διόρθωση του ΑΕΠ από την ΕΛΣΤΑΤ βελτίωσε την αναλογία των επενδύσεων στη συμμετοχή του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), από το 15,3% που είχε εκτιμηθεί αρχικά, στο 16%. Με βάση την εκτίμηση του περασμένου Μαρτίου, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου είχε ανέλθει στα 36,29 δισ. ευρώ (σε ονομαστικές τιμές), παρουσιάζοντας αύξηση 6,3% σε σχέση με τα 34,152 δισ. ευρώ του 2023. Με τη νέα εκτίμηση, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αυξάνεται σε ονομαστικούς όρους στα 37,971 δισ. ευρώ, ενώ προς τα πάνω διορθώνεται και το μέγεθος του 2023 (στα 35,69 δισ. ευρώ).
Την ίδια στιγμή, η ΕΛΣΤΑΤ μείωσε το ύψος του ονομαστικού ΑΕΠ, στα 236,73 δισ. ευρώ για το 2024, όταν τον Μάρτιο είχε εκτιμηθεί στα 237,573 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, για το 2023 το ποσό μειώθηκε από τα 225,197 δισ. ευρώ που είχε εκτιμηθεί τον Μάρτιο, στα 224,686 δισ. ευρώ, με την αναλογία των επενδύσεων να διαμορφώνεται στο 15,88%.
Η Ελλάδα υστερεί αισθητά όσον αφορά το ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων στο ΑΕΠ, συγκριτικά με τις γειτονικές της χώρες και τον ευρωπαϊκό Νότο. Ποσοστό της τάξεως του 16% δεν συναντάται σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, εκτός από το Λουξεμβούργο (16,09% το 2023), το οποίο έχει μια οικονομία με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η Ισπανία και η Πορτογαλία είναι στο επίπεδο του 20%, για την Ιταλία ο δείκτης υπολογίζεται στο 21,96% για το 2024, ενώ η Γαλλία φτάνει στο 23%. Η Ρουμανία είναι στο 25,66% για το 2024, με πτώση συγκριτικά με το 2023 (27,94%), ενώ η Τουρκία κατέχει την πρώτη θέση με ποσοστό 31,63%, το υψηλότερο που έχει εμφανίσει η χώρα εδώ και δεκαετίες. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος έχει διαμορφωθεί στο 21,69% για το 2024, καταγράφοντας πτώση σε σχέση με το 22,52% του 2023. Αντίστοιχες είναι οι επιδόσεις και στην Ευρωζώνη, με τα ποσοστά να διαμορφώνονται στο 21,4% για το 2024 και στο 22,2% για το 2023.